σουβλάκι το [...] μικρά κομμάτια κρέατος περασμένα σε μικρή και λεπτή βέργα (σε μικρή σούβλα) για να ψηθούν: Ψήνω σουβλάκια στα κάρβουνα. Mια μερίδα ~. [μσν. σουβλάκι < σούβλ(α) -άκι] (ΛΚΝ). σουβλάκι (το) [...] 1. (α) ξύλινη ή μεταλλική λεπτή και μικρού μήκους βέργα που χρησιμοποιείται ως σούβλα (β) μικρή σούβλα 2. φαγητό παρασκευασμένο από κρέας ή περισσότερα υλικά κομμένα σε μικρά κομμάτια (συνήθ. κύβους) και περασμένα σε λεπτή και μικρού μήκους ξύλινη βέργα (καλαμάκι) ή σε μικρή σούβλα• ψήνονται στη σχάρα ή σε γκριλ και προσφέρονται σκέτα ως ορεκτικό ή ως κύριο πιάτο με συμπληρωματικό γαρνίρισμα: σουβλάκια με θαλασσινά || ~ κοτόπουλο / ξιφία || ~ ξυλάκι /καλαμάκι 3. πρόχειρο φαγητό από κομμάτια κρέατος (ψημένα με τον παραπάνω τρόπο) ή από γύρο (βλ.λ.) ή από μπιφτέκι τοποθετημένο μέσα σε μικρή στρογγυλή πίτα μαζί με άλλα υλικά, όπως ντομάτα, κρεμμύδι, τζατζίκι κ.λπ.: ~ με διπλή πίτα / απ‘ όλα (ή κομπλέ, δηλ. με όλα τα συνοδευτικά) /χωρίς κρεμμύδι. [ETYM. μεσν., υποκ. τού σούβλα] (ΛΝΕΓ2).
καλαμάκι το YΠOKOP 1. μικρό καλάμι. 2. μικρός πλαστικός ή γυάλινος σωλήνας με τον οποίο ρουφούν ένα υγρό: Πίνω την πορτοκαλάδα / το γάλα / τον καφέ με το ~. [...] (ΛΚΝ).
καλαμάκι (το) [...] 1. (α) το μικρού μεγέθους καλάμι (β) μακρόστενο αιχμηρό και λεπτό ξυλάκι στο οποίο περνιούνται κομμάτια κρέατος (συχνά και λαχανικών) για ψήσιμο σε σχάρα (γ) (συνεκδ.) κρέας που ψήνεται στη σχάρα περασμένο σε ξυλάκι: ~ με πίτα 2. (συνήθ.) λεπτό, πλαστικό σωληνάκι για την πόση χυμών, αναψυκτικών, ποτών κ.λπ. [...] (ΛΝΕΓ2).
Σε γενικές γραμμές, οι διαφορές στα προαναφερθέντα ερμηνεύματα των λημμάτων σουβλάκι καικαλαμάκι στα δύο λεξικά, το ΛΚΝ και το ΛΝΕΓ2, αντικατοπτρίζουν τις γλωσσικές διαφορές μεταξύ Θεσσαλονίκης και Αθήνας ως προς τη χρήση των αντίστοιχων λέξεων. Αφενός, στη Θεσσαλονίκη η λέξη σουβλάκι χρησιμοποιείται με τη σημασία του γνωστού εδέσματος από μικρά κομμάτια κρέατος κτλ. Επίσης, η λέξη καλαμάκι σημαίνει είτε το μικρό καλάμι είτε το καλαμάκι του φραπέ κτλ. Αφετέρου, στην Αθήνα σουβλάκι σημαίνει επιπλέον και το γνωστό έδεσμα με πίτα και κρέας, γύρο ή μπιφτέκι και με άλλα συνοδευτικά υλικά ως γέμιση. Επίσης, η λέξη καλαμάκι δηλώνει το ξυλάκι από το σουβλάκι και, συνεκδοχικά, το ίδιο το κρέας.
Μερικοί Θεσσαλονικείς και Αθηναίοι συχνά περιπαίζουν οι μεν τους δε για τα διαφορετικά αυτά γλωσσικά στοιχεία της κάθε πλευράς. Αν βάλει κανείς στο google λέξεις-κλειδιά όπως σουβλάκι και καλαμάκι, θα ανακαλύψει έντονες συζητήσεις με εκατέρωθεν αρνητικά, ειρωνικά κτλ. σχόλια. Τα αίτια της αντιδικίας αυτής χονδρικά είναι δύο, ένα γενικό και ένα ειδικό. Γενικά, αντιμετωπίζεται με προκατάληψη οτιδήποτε διαφορετικό, φυσικά όχι μόνο σε επίπεδο γλώσσας. Συνήθως θεωρεί κάποιος κανονικό γλωσσικό στοιχείο ό,τι έχει συνηθίσει να λέει και να ακούει ο ίδιος και απόκλιση από τον κανόνα όποιο στοιχείο της γλώσσας (λεξιλογικό, συντακτικό, σημασιολογικό κ.ά.) δεν του είναι οικείο. Ας πάρουμε ως παράδειγμα το «τυλιχτό» σουβλάκι. Μπορεί κανείς να παραγγείλει το συγκεκριμένο έδεσμα στη Θεσσαλονίκη και ως σάντουιτς, πράγμα που ξενίζει τους Αθηναίους, ενώ στην Αθήνα και ως σουβλάκι, κάτι που παραξενεύει τους Θεσσαλονικείς. Ειδικότερα, στην αντιδικία μεταξύ κατοίκων των δύο πόλεων ως προς τις γλωσσικές τους διαφορές στα ονόματα των φαγητών και σε άλλες περιπτώσεις παίζει ρόλο και η γλωσσολογική άγνοια των περισσότερων συνομιλητών, η άγνοιά τους για τον τρόπο λειτουργίας και εξέλιξης της γλώσσας. Είναι χαρακτηριστικό ότι όσοι ανήκουν στην καθεμιά από τις δύο πλευρές συχνά ισχυρίζονται ότι εκείνοι μιλάνε σωστά και οι άλλοι εσφαλμένα. Για παράδειγμα, οι Θεσσαλονικείς συνήθως ασκούν αρνητική κριτική για σημασίες και χρήσεις των λέξεων σουβλάκι και καλαμάκι στην Αθήνα -εν συνεχεία, θα δούμε γιατί δεν στέκουν τα επιχειρήματά τους. Αλλά και οι Αθηναίοι πολλές φορές αξιολογούν αρνητικά λ.χ. διάφορα ιδιωματικά στοιχεία που ανήκουν στα βόρεια ιδιώματα και χρησιμοποιούνται στη Θεσσαλονίκη, όπως η γνωστή σύνταξη με λες αντί για μου λες της Κοινής Νέας Ελληνικής. Δεν γνωρίζουν ότι η γλωσσολογία δεν αξιολογεί αρνητικά τα διαλεκτικά ή τα ιδιωματικά στοιχεία μιας γλώσσας, αγνοούν ότι δεν υπάρχει κανένα αντικειμενικό, επιστημονικό, γλωσσολογικό κριτήριο για μια τέτοια, αρνητική αξιολόγηση. Φυσικά, συνήθως αντιμετωπίζονται με προκατάληψη όλα τα στοιχεία που αποκλίνουν από την Κοινή Νέα Ελληνική, δηλ. όχι μόνο των βορείων ιδιωμάτων -πρόκειται για γενικότερο φαινόμενο. Προκατειλημμένος για διαλεκτικά ή ιδιωματικά στοιχεία μπορεί να είναι ένας ομιλητής της Κοινής Νέας Ελληνικής μη εξοικειωμένος με αυτά. Αλλά και ένας ομιλητής μιας διαλέκτου ή ενός ιδιώματος μπορεί να είναι προκατειλημμένος για γλωσσικά στοιχεία μιας άλλης διαλέκτου ή ενός άλλου ιδιώματος.
Βασικός σκοπός του παρόντος κειμένου είναι να αποδειχθεί ότι τα επιχειρήματα που επικαλούνται μερικοί Θεσσαλονικείς σχετικά με τη χρήση των λέξεων σουβλάκι και καλαμάκι στην Αθήνα είναι αβάσιμα. Τις τελευταίες μέρες ανέτρεξα σε διαδικτυακές συζητήσεις και κατέγραψα στοιχεία σχετικά με το συζητούμενο θέμα, τα οποία θα παραθέσω ακολούθως. Να διευκρινίσω ότι κάθε άλλο παρά με ενοχλεί το χιούμορ με το οποίο μερικές φορές αντιμετωπίζονται αυτές οι γλωσσικές διαφορές. Μου φαίνονται λ.χ. πολύ αστείες μερικές δημοσιευμένες φωτογραφίες όπου μέσα σε ένα «τυλιχτό» σουβλάκι έχει τοποθετηθεί ένα καλαμάκι του φραπέ. Δεν με πειράζουν αυτά τα αστεία. Με ενοχλεί η εσφαλμένη εντύπωση που έχουν μερικοί Θεσσαλονικείς ότι οι Αθηναίοι δεν μιλάνε σωστά στην περίπτωση των επίμαχων ονομάτων μερικών φαγητών.
Ορισμένοι Θεσσαλονικείς προβάλλουν το έωλο επιχείρημα ότι η λέξη σουβλάκι σημαίνει μόνο «σουβλισμένα κομμάτια κρέατος σε ξυλάκι», άρα ότι δεν είναι σωστό να χρησιμοποιείται η συγκεκριμένη λέξη για το «τυλιχτό», για το έδεσμα με την πίτα και τη γέμισή της δηλ. Απευθυνόμενοι στους Αθηναίους αναρωτιούνται μάλιστα σχετικά με το τυλιχτό σουβλάκι: «πού την είδατε τη μικρή σούβλα;». Μα εδώ πρόκειται απλούστατα για επέκταση της αρχικής σημασίας της λέξης σουβλάκι. Το προαναφερθέν επιχείρημα δηλώνει τη μη αποδεκτή γλωσσολογικά σύγχυση συγχρονίας και διαχρονίας. Σε συγχρονικό επίπεδο, σουβλάκι στην Αθήνα σημαίνει και το «τυλιχτό», αυτό με την πίτα. Στην περίπτωση του «τυλιχτού» έχει ξεχαστεί η έννοια του «σουβλίζω» και η λέξη σουβλάκιδηλώνει πλέον και το έδεσμα με την πίτα. Χρόνια τώρα με αυτήν κυρίως τη σημασία λέγεται η λέξησουβλάκι στην Αθήνα και τον Πειραιά. Αν χρειαστεί, χρησιμοποιείται ο όρος καλαμάκι, για να γίνει η αντιδιαστολή με το «τυλιχτό». Η γλώσσα είναι μέσο επικοινωνίας και ποτέ δεν είχαμε πρόβλημα στη μεταξύ μας συνεννόηση. Επαναλαμβάνω ότι αναφερόμενοι στο λεγόμενο τυλιχτό σουβλάκι έχουμε ήδη ξεχάσει την έννοια του σουβλίσματος. Όσο για τη μικρή σούβλα, πουθενά δεν την είδαμε στο τυλιχτό σουβλάκι. Το υποκοριστικό του ουσιαστικού σούβλα στη Νέα Ελληνική είναι σουβλίτσα και όχισουβλάκι, όπως ήταν στη Μεσαιωνική. Σουβλάκι σημαίνει ένα Α έδεσμα και, με σημασιολογική επέκταση, ένα Β έδεσμα.
Σχετικά με αυτήν τη μεταβολή της σημασίας, μια εύλογη υπόθεση είναι ότι τα κομματάκια κρέατος, που κάποτε λέγονταν σουβλάκι, έδωσαν αυτήν την ονομασία τους στο έδεσμα με την πίτα, αφού αποτέλεσαν τη γέμισή της μαζί με συνοδευτικά. Είναι εύλογο να υποθέσουμε δηλ. ότι η σημασιολογική μεταβολή βασίστηκε στη σχέση περιέχοντος-περιεχομένου. Σημειώνω παρενθετικά το εξής σχετικό παράδειγμα: το ρολόι του Πειραιά ήταν ένα νεοκλασικό κτίριο το οποίο στέγαζε το δημαρχείο της πόλης και κατεδαφίστηκε επί δικτατορίας (είναι το κτίριο που φαίνεται στην απρόμαυρη φωτογραφία, στην κορυφή της σελίδας του ιστολογίου, κάτω από τον τίτλο Περιγλώσσιο!). Στον πύργο του κτιρίου, όπως φαίνεται στη φωτογραφία, είχε τοποθετηθεί πράγματι ένα ρολόι, που έδωσε την ονομασία του σε όλο το κτίριο. Όταν ένας Πειραιώτης έλεγε ότι πηγαίνει στο ρολόι, δεν εννοούσε φυσικά τη συσκευή αλλά το κτίριο. Και όταν λέμε ότι γκρέμισαν το ρολόι, εννοούμε φυσικά ότι κατεδάφισαν το κτίριο. Ρολόι δηλ. σήμαινε όλο το κτίριο και όχι μόνο το ρολόι που υπήρχε στον πύργο του κτιρίου. Για την ερμηνεία της σημασιολογικής μεταβολής της λέξης σουβλάκι ας μην επεκταθούμε σε άλλες υποθέσεις, που δεν είναι εύκολο να επιβεβαιωθούν, και ας κρατήσουμε το μόνο βέβαιο: ότι δηλ. εδώ πρόκειται για επέκταση της σημασίας μιας λέξης.
Επιπλέον, αξίζει να επισημανθεί μια ανακολουθία. Μερικοί Θεσσαλονικείς αντιδρούν στη χρήση της λέξης σουβλάκι με μια νέα σημασία, ενώ, χωρίς να το συνειδητοποιούν, και οι ίδιοι χρησιμοποιούν λέξεις με επέκταση των αρχικών τους σημασιών. Θα αναφέρω δύο παραδείγματα: ονομάζουνσάντουιτς -και καλά κάνουν- και το έδεσμα με την πίτα, ενώ αρχικά σάντουιτς ήταν μόνο αυτό με το ψωμί (εδώ μπορεί να δει κανείς την ετυμολογία της λέξης -ο Άγγλος κόμης που πρώτος παρασκεύασε το σάντουιτς θα χρησιμοποίησε ψωμί και όχι πίτα). Αλλά και η ίδια η σημασία «μικρά κομμάτια κρέατος περασμένα σε μικρή και λεπτή βέργα (σε μικρή σούβλα) για να ψηθούν» (ΛΚΝ, λήμμασουβλάκι), η οποία είναι αποδεκτή από όλους στη Θεσσαλονίκη, και αυτή ακόμη αποτελεί επέκταση της σημασίας που είχε το σουβλάκι στους μεσαιωνικούς χρόνους. Ενώ ήταν τότε υποκοριστικό τουσούβλα, σήμαινε δηλ. «μικρή σούβλα», σήμερα δηλώνει είδος φαγητού. Όταν ο κάτοικος της Θεσσαλονίκης λέει σήμερα ότι έφαγε σουβλάκι, προφανώς εννοεί ότι έφαγε «μικρά κομμάτια κρέατος περασμένα σε μικρή και λεπτή βέργα (σε μικρή σούβλα) για να ψηθούν» και όχι βέβαια ότι έφαγε μια «μικρή σούβλα».
Ένα δεύτερο επιχείρημα που έχει διατυπωθεί από Θεσσαλονικείς αφορά τη χρήση της λέξηςκαλαμάκι στην Αθήνα και είναι επίσης αβάσιμο. Έχει υποστηριχθεί λοιπόν ότι κακώς το καλαμάκιδηλώνει τη σημασία 1β του ΛΝΕΓ2, γιατί καλαμάκι είναι αυτό για τον φραπέ! Όποιοι επικαλούνται τέτοια επιχειρήματα μάλλον δεν έχουν ιδιαίτερη επαφή με τη γλωσσολογία (μολονότι αναπτύσσουν γλωσσικά θέματα γράφοντας μάλιστα μερικές φορές μακροσκελέστατα κείμενα στο διαδίκτυο, γνωστά και ως σεντόνια!). Συνηθισμένο γλωσσικό φαινόμενο είναι η πολυσημία, σύμφωνα με την οποία μια λέξη ή φράση δηλώνει περισσότερες από μία σημασίες σε διαφορετικά συμφραζόμενα. Φαίνεται επίσης ότι δεν ανατρέχουν σε πηγές γλωσσικής πληροφόρησης, όπως είναι τα λεξικά. Με απλό ξεφύλλισμα ενός λεξικού διαπιστώνεται ότι οι λέξεις μιας γλώσσας κάλλιστα μπορούν να χρησιμοποιηθούν με περισσότερες από μία σημασίες. Επομένως, τι επιχείρημα είναι αυτό που προβάλλεται; Επειδή η λέξη καλαμάκι σημαίνει «λεπτό, πλαστικό σωληνάκι για την πόση χυμών, αναψυκτικών, ποτών κ.λπ.», δεν μπορεί τάχα να δηλώσει και το «μακρόστενο αιχμηρό και λεπτό ξυλάκι στο οποίο περνιούνται κομμάτια κρέατος (συχνά και λαχανικών) για ψήσιμο σε σχάρα»; Δεν μπορεί δηλ. μια λέξη να έχει δύο, τρεις, δέκα ή και περισσότερες σημασίες;
Ένα ερώτημα είναι πώς η λέξη καλαμάκι, που αρχικά δήλωνε μόνο τη σημασία 1α του ΛΝΕΓ2, έφτασε να δηλώνει και την 1β του ίδιου λεξικού, τουλάχιστον στην Αθήνα. Οι παλαιότεροι (βλέπε περισσότερα παρακάτω, στο πρώτο σχόλιο) μας πληροφορούν ότι άλλοτε τα μικρά κομμάτια κρέατος που αποτελούν το σουβλάκι ήταν περασμένα σε καλαμάκι, τμήμα στελέχους του φυτού καλάμι. Επομένως, έτσι ερμηνεύεται ιστορικά το καλαμάκι. Αλλά ακόμη και αν δεν είχε ιστορική βάση αυτή η εξήγηση, και πάλι δεν θα ήταν αυθαίρετη η χρήση της λέξης καλαμάκι από τους Αθηναίους, για να δηλωθεί το σημερινό ξυλάκι. Για να έχει επικρατήσει η χρήση αυτή, σίγουρα έχει κάποια λογική. Θα μπορούσε λ.χ. να υποστηριχθεί ότι το ξυλάκι από το σουβλάκι λέγεται καλαμάκι λόγω του μακρόστενου σχήματός του. Παρομοίως, η λέξη καλάμι, εκτός από την καλαμιά, το στέλεχος του φυτού καλάμι, σημαίνει και το αντικνήμιο, το μπροστινό οστό της κνήμης (λ.χ. μου έδωσε / έριξε κλοτσιά στο καλάμι). Πάντως, με βάση την πληροφορία που δίνουν οι παλαιότεροι και προαναφέραμε, το καλαμάκιεξηγείται ιστορικά από το φυτό καλάμι, όπως άλλωστε και το σουβλάκι (και το τυλιχτό!) από τησούβλα. Ωστόσο, για τη μελέτη του θέματος δεν αρκεί η εν λόγω λαογραφική μαρτυρία, αφού θα πρέπει να ερευνηθεί από πότε άρχισε να λέγεται η λέξη καλαμάκι με τη συγκεκριμένη σημασία. Εν ολίγοις, από τη μια τα πρώτα ξυλάκια για σουβλάκια φτιάχνονταν από καλάμια, από την άλλη τοκαλάμι / καλαμάκι μεταφορικά δηλώνει μακρόστενα πράγματα, πρέπει επομένως να ερευνηθεί ο ρόλος του ενός και του άλλου στοιχείου στη σημερινή χρήση της λέξης.
Σχετικά με το καλαμάκι, αξιοσημείωτο είναι ένα ακόμη αβάσιμο επιχείρημα που έχει διατυπωθεί στα πλαίσια διαδικτυακών συζητήσεων. Στην παρατήρηση ότι το καλαμάκι ενδεχομένως λέγεται έτσι λόγω του μακρόστενου σχήματος της καλαμιάς, μερικοί αντιτείνουν ότι το καλάμι ως καλαμιά είναι κούφιο από μέσα, σε αντίθεση με το ξυλάκι για σουβλάκι, άρα δήθεν δεν θα έπρεπε το συγκεκριμένο ξυλάκι να λέγεται καλαμάκι από τους Αθηναίους. Όμως, εδώ δεν παίζει ρόλο για τον απλό ομιλητή ότι το στέλεχος του φυτού είναι κούφιο. Σύμφωνα τουλάχιστον με την εκδοχή που είδαμε στην προηγούμενη παράγραφο, αρκεί που είναι μακρόστενο. Άρα, το ξυλάκι, που είναι και αυτό μακρόστενο, μοιάζει με καλάμι ως προς το σχήμα. Έτσι μπορεί να εξηγηθεί το επίμαχο καλαμάκι, από το σχήμα. Αν μερικοί αντιδρούν στη χρήση της λέξης καλαμάκι για ένα ξυλάκι που δεν είναι κούφιο, με την ίδια λογική θα μπορούσε κάποιος άλλος να αντιδράσει στη χρήση της λέξης μήλο με τη σημασία του καθενός από τα δύο «μήλα του προσώπου», δηλ. τα δύο κυρτά τμήματα των παρειών τα οποία βρίσκονται κάτω από τα μάτια. Πιο συγκεκριμένα, θα ήταν δυνατόν να ισχυριστεί κάποιος ότι τα μήλα του προσώπου έχουν αυτήν ή εκείνη τη διαφορά με τα μήλα της μηλιάς, άρα δεν θα έπρεπε η λέξη μήλο να χρησιμοποιείται με τη συγκεκριμένη σημασία (!) Ή ότι το λεγόμενο μήλο του Αδάμ για παρόμοιους λόγους δεν θα έπρεπε να λέγεται καρύδι… Επιπλέον, η αντίδραση στη χρήση της λέξης καλαμάκι με την «αθηναϊκή» της σημασία από κάποιον που μαθαίνει ότι τελικά το καλαμάκι ιστορικά κάποια σχέση έχει με την καλαμιά -αντίδραση που βασίζεται στο σκεπτικό ότι το επίμαχο καλαμάκι ως αντικείμενο, το ίδιο το ξυλάκι δηλ., έχει διαφορές με την καλαμιά και δεν μοιάζει εντελώς με μικρό καλάμι- δηλώνει και εδώ σύγχυση συγχρονίας-διαχρονίας: το καλαμάκι ως προς τη σημασία 1β του ΛΝΕΓ2 σε συγχρονικό επίπεδο δεν σημαίνει πλέον ένα μικρό καλάμι, αλλά το συγκεκριμένο ξυλάκι, όπου είναι περασμένα κομμάτια κρέατος. Το καλαμάκι δηλώνει μικρό καλάμι στη σημασία 1α του ΛΝΕΓ2, όχι στην 1β.
Με βάση τα προαναφερθέντα ερμηνεύματα, το ΛΝΕΓ2 αντιμετωπίζει το συζητούμενο θέμα με τρόπο ασυγκρίτως καλύτερο από το ΛΚΝ. Το ΛΝΕΓ2 καταγράφει όλες τις βασικές σημασίες με τις οποίες χρησιμοποιούνται οι λέξεις σουβλάκι και καλαμάκι και μάλιστα ιεραρχεί τις σημασίες με τρόπο ώστε να γίνεται αισθητή στον αναγνώστη η σημασιολογική εξέλιξη. (Η μόνη μου αντίρρηση αφορά την καταγραφή της σημασίας 1β, «μικρή σούβλα», στο λήμμα σουβλάκι. Ας σημειωθεί ότι στο ίδιο λεξικό και πιο συγκεκριμένα στο λήμμα σούβλα δεν καταγράφεται -και σωστά- υποκοριστικό (το) σουβλάκι. Θα έπρεπε, όμως, να καταγραφεί το υποκοριστικό (η) σουβλίτσα, που εύστοχα σημειώνεται στο λήμμα σούβλα του ΛΚΝ). Απεναντίας, το ΛΚΝ κακώς έχει παραλείψει την καταγραφή σημασιών με τις οποίες χρησιμοποιούνται οι λέξεις σουβλάκι και καλαμάκι στην Αθήνα. Ένα ενδιαφέρον ερώτημα, βεβαίως, είναι πού αλλού χρησιμοποιούνται οι επίμαχες σημασίες των λέξεων αυτών, εκτός από την Αθήνα. Επιτόπιες έρευνες σε διάφορα μέρη της ηπειρωτικής και νησιωτικής Ελλάδας θα έδιναν απάντηση. Ωστόσο, ακόμη και αν δεχτούμε ότι μόνο στην Αθήνα χρησιμοποιούνται ορισμένα από τα στοιχεία που καταγράφονται στο ΛΝΕΓ2, δεν είναι δυνατόν με βάση τα πληθυσμιακά δεδομένα της Αθήνας να μην έχουν θέση τα στοιχεία αυτά σε ένα γενικό λεξικό της Νέας Ελληνικής. Επομένως, θα έπρεπε να έχουν καταγραφεί και στο ΛΚΝ.
ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ ΛΕΞΙΚΩΝ
ΛΚΝ
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών / Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη 1998: Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (Θεσσαλονίκη: Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης).
ΛΝΕΓ2
Μπαμπινιώτης Γ. 2002 (2η έκδοση): Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας. (Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας).